Άρειος Πάγος – 1508/2022 Δ ‘ Πολιτικό Τμήμα – ΝΕΑ ΔΙΚΑΙΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ
Η Συνέχεια της ΑΠ 59/2021
Το Δ΄ Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου παγιώνει την άποψή του και παραδίδει στη λήθη, το αφήγημα περί «δόλιων» δανειοληπτών και στρατηγικών κακοπληρωτών.
Με μία απόφαση, με σπουδαίο κοινωνικό αντίκτυπο, την υπ’ αριθμ. 1508/2022, το Δ΄ Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου (κρίνοντας επί αιτήσεως αναιρέσεως δανειολήπτη), σε συνέχεια της υπ’ αριθμ. 59/2021 απόφασης του ίδιου τμήματος, καταφάσκεται εκ νέου και παγιώνεται πλέον αμετάκλητα, ότι η αποδοχή εκ μέρους του Δικαστηρίου ουσίας, ένστασης δόλου που προτείνεται αορίστως, οδηγεί στην αναιρετική πλημμέλεια του αριθμού 1 από το αρ. 560 ΚΠολΔ (ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου). Με τη συγκεκριμένη πολύ σημαντική απόφαση, γίνεται δεκτό ότι για να χαρακτηριστεί «δόλιος» ένας δανειολήπτης, ότι δηλαδή περιήλθε από υπαιτιότητα και δόλο σε αδυναμία πληρωμών, θα πρέπει αφενός τούτο να προτείνεται, αφετέρου να αποδεικνύεται από τον πιστωτή. Με άλλα λόγια, ο πιστωτής, προκειμένου να αποδείξει τον ισχυρισμό του, θα πρέπει να επικαλεστεί και να προσκομίσει στοιχεία που να αποδεικνύουν α) το αρχικό και τελικό ύψος των τραπεζικών προϊόντων που ο οφειλέτης συμφώνησε να λάβει, β) το χρόνο που τα συμφώνησε και τα έλαβε, γ) τα εισοδήματά του κατά το χρόνο λήψεως των δανείων, δ) τη μηνιαία δόση που έπρεπε να καταβάλει, ε) τα έξοδα διαβιώσεώς του και κυρίως τις οικονομικές δυνατότητες αυτού κατά το χρόνο δημιουργίας των οφειλών (ή τις ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες), ώστε με βάση τα δεδομένα αυτά να καταστεί δυνατόν να κριθεί αν προέβλεπε ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό.
Κρίνοντας, επομένως, ένα Δικαστήριο ουσίας, Ειρηνοδικείο ή Πρωτοδικείο (δικάζοντας κατ’ έφεση), ως ορισμένη και παραδεκτή προβληθείσα ένσταση δολίας περιέλευσης σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, που δεν περιέχει τα ως άνω στοιχεία, είναι προφανές ότι καθίσταται αναιρετέα, αφού παραβιάζει τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010 «περί ρυθμίσεως οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» και 330 Α.Κ., διότι με αυτόν τον τρόπο το δικαστήριο της ουσίας, αρκείται σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010.
Αναμφίβολα πρόκειται για μία, τεράστιας κοινωνικής σημασίας, απόφαση, όπως ακριβώς και η 59/2021, που θα επηρεάσει πληθώρα, εν εξελίξει, δικών, αλλά συνιστά και ισχυρότατο νομολογιακό προηγούμενο, από το Ανώτατο Ακυρωτικό, για χιλιάδες περιπτώσεις δανειοληπτών, που η αίτησή τους απορρίφθηκε σε 1ο ή 2ο βαθμό, επειδή τα δικαστήρια της ουσίας, έκαναν δεκτές τις ενστάσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, που προτάθηκαν όλως αορίστως.
Εν κατακλείδι το Ανώτατο Ακυρωτικό ευθυγραμμίζεται και εφαρμόζει ουσιαστικά τη ratio του Νομοθέτη του Ν. 3869/2010, μέσω του οποίου, δόθηκε η δυνατότητα σε υπερχρεωμένους πολίτες που έχουν αποδεδειγμένη και μόνιμη αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, να ρυθμίσουν την εξόφληση τους με ευνοϊκότερους όρους και να απαλλαγούν από αυτά, εφόσον εξυπηρετήσουν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα με βάση το εισόδημα τους ένα μέρος των χρεών τους. Η δυνατότητα ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά βρίσκει τη νομιμοποίηση της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μια τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει, όμως, να εξυπηρετεί ευρύτερα και το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν ουσιαστικά μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα (βλ. αιτιολογική έκθεση Ν. 3869/2010)